Παραδοσιακά εδέσματα

Αντικριστό́: Ίσως ο πιο πρωτόγονος και παράλληλα νόστιμος τρόπος ψησίματος του κρέατος. Μεγάλα κομμάτια κρέατος συνήθως από αρνί ή κατσίκι στερεώνονται σε βέργες γύρω από μια μεγάλη φωτιά. Η σάρκα του κρέατος σιγοψήνεται για 4-5 ώρες μόνο με τη θερμότητα της φλόγας.

Απά́κι: Καπνιστό χοιρινό ψαρονέφρι με πολύ τρυφερό κρέας, τρώγεται ως μεζές ή γίνεται ωραία ομελέτα μαζί με χόρτα.

Επτά́ζυμα: Παξιμάδια που η βάση τους είναι ένα είδος προζυμιού που γίνεται από κονιορτοποιημένο ρεβίθι.

Καλιτσού́νια: Πιτάκια με γλυκιά μυζήθρα (μαλακό τυρί) ή με ανάμιξη με ξινή. Έτσι έχουν άλλοτε γλυκιά και άλλοτε υπόξινη γεύση. Το σχήμα τους μπορεί να μοιάζει με λύχνο, οπότε ονομάζονται λυχναράκια, ή με τρίγωνο (συνήθως είναι τα ανεβατά) και να θυμίζουν διπλωμένο μαντίλι.

Κεφαλοτύ́ρι: Σκληρό, φτιαγμένο αποκλειστικά με πρόβειο γάλα, με εξαιρετικά πικάντικη γεύση. Αν η ωρίμανση έχει γίνει στα μητάτα, ψηλά στα βουνά, τότε ονομάζεται τυρί της τρύπας.

Ντά́κος: Κρίθινο στρογγυλό παξιμάδι μουσκεμένο και σερβιρισμένο με ελαιόλαδο, τριμμένη ντομάτα, ρίγανη και λίγη φέτα ή ξινομυζήθρα από πάνω.

Μυζήθρα ή ανθότυρο: Είναι ένα κατάλευκο μαλακό και γλυκό τυρί με αρκετά λιπαρά. Παρασκευάζεται από τυρόγαλο πρόβειο ή κατσικίσιο ή με ανάμιξη των δύο. Καταναλώνεται ως επιτραπέζιο τυρί ή σερβίρεται με μέλι και ξηρούς καρπούς. Όταν αλατισθεί εξωτερικά και μείνει να ωριμάσει στον αέρα, σκληραίνει, αποκτά πιπεράτη και συμπυκνωμένη γεύση και ονομάζεται ανθότυρος. Όταν ξεραθεί και σκληρύνει, ξύνεται επάνω από τα βρασμένα σε ζωμό κρέατος μακαρόνια.

Ξινομυζή́θρα: Είναι ένα μαλακό τυρί, με αρκετά ξινή γεύση και αλοιφώδη ή κοκκώδη υφή, που χρησιμοποιείται κυρίως στην παρασκευή της σαρικόπιτας και των καλιτσουνιών.

Ξεροτή́γανα: Λεπτές λουρίδες ζύμης που τυλίγονται, καθώς τηγανίζονται σε άφθονο ελαιόλαδο, σε σχήμα σπείρας. Σερβίρονται μελωμένες και πασπαλισμένες με σουσάμι.

Οφτό́: Κρέας από χρονιάρικο κυρίως αρνί (ζυγούρι) ή κατσίκι το οποίο, αφού αλατιστεί καλά, ψήνεται σκέτο ή πάνω σε κλίματα σε κλειστούς ξυλόφουρνους.

Σαρικό́πιτες: Τηγανιτές πίτες σε σχήμα σπείρας γεμιστές με ξινή μυζήθρα και σερβιρισμένες με μέλι. Πήραν το όνομά τους από το χαρακτηριστικό κρητικό μαντίλι που φοριέται στο κεφάλι και ονομάζεται σαρίκι.

Τσακιστέ́ς (ελιέ́ς): Πράσινες μεσαίου μεγέθους, άγουρες ελιές των οποίων η σάρκα «τσακίζεται» συνήθως με μια πέτρα ή με μεταλλικό αντικείμενο.

Τσιλαδιά: Είναι αυτό που όλοι γνωρίζουμε ως πηχτή. Κομμάτια από χοιρινό κρέας (κεφάλι και πόδια) σιγοβράζουν αφήνοντας ένα ζωμό πηχτό σαν ζελατίνα. Καρυκεύονται με κύμινο, χυμό από νεράντζι, φύλλα δάφνης και καταναλώνονται κυρίως ως χριστουγεννιάτικος μεζές.

Τυροζούλι: Πρόκειται για μικρής οικιακής παραγωγής τυρί με πρώτη ύλη το κατσικίσιο γάλα. Έχει ημίσκληρη υφή και πολύ ευχάριστη γεύση.

Μετάβαση στο περιεχόμενο